φαβορί

φαβορί
το, Ν
άκλ.
1. (σε αγώνα ή σε διαγωνισμό) αυτός που συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας
2. (ιδίως) άλογο ιπποδρομιών που θεωρείται ο πιθανότερος νικητής σε μια συγκεκριμένη διαδρομή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. favori «αγαπητός, προσφιλής» < γαλλ. faveur «εύνοια, χάρη» < λατ. favor «εύνοια»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • φαβορί — το άκλ. (λ. γαλλ.) 1. αυτός που συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας σε διαγωνισμό: Η ομάδα μας είναι το φαβορί του πρωταθλήματος. 2. ευνοούμενος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φαβορίτος — ο, Ν ευνοούμενος. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. favori, ite «ευνοούμενος, αγαπητός» (βλ. και λ. φαβορί)] …   Dictionary of Greek

  • φαβοριτισμός — ο, Ν ευνοιοκρατία. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. favoritisme < γαλλ. favorite «αγαπητός, ευνοούμενος» (< ιταλ. favorito < ρ. favorire < λατ. favor «εύνοια», βλ. και λ. φαβορί) + κατάλ. isme] …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”